- Ιδαίος
- Όνομα μυθολογικών προσώπων.
1. Γιος του Δάρητα, ιερέα του Ηφαίστου, ένας από τους επιφανείς Τρώες. Μαζί με τον αδελφό του, Φαληρέα, επιτέθηκε εναντίον του Διομήδη, ο οποίος όμως σκότωσε τον Φαληρέα. Ο Ήφαιστος έσωσε τον Ι., για να μην μείνει μόνος ο ιερέας του.
2. Ηνίοχος του Πρίαμου. Οι Τρώες τον χρησιμοποίησαν ως κήρυκα.
* * *-α, -ο (Α Ίδαῑος, -α, -ον)1. αυτός που ανήκει στην Ίδη τής Λυδίας ή τής Κρήτης2. φρ. α) «Ιδαίοι Δάκτυλοι» — μυθικοί γίγαντες που κατοικούσαν στην Ίδη και ταυτίζονται με τους Κουρήτες και τους Κορύβαντεςβ) «Ιδαίον άντρον» — σπήλαιο στη δυτική πλαγιά τής Ίδης τής Κρήτης, όπου κατά την αρχαία παράδοση ανατράφηκε ο Ζευςαρχ.το θηλ. ως ουσ. ἡ ἰδαίατο φυτό δάφνη η Αλεξάνδρεια.[ΕΤΥΜΟΛ. < Ίδη + κατάλ. -αιος (πρβλ. κορυφ-αίος, πηγ-αίος)].
Dictionary of Greek. 2013.